Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

χαλεπὴ π

См. также в других словарях:

  • χαλεπῇ — χαλέπτω oppress aor subj pass 3rd sg χαλεπός difficult fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλεπή — χαλεπός difficult fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλεπῆι — χαλεπῇ , χαλέπτω oppress aor subj pass 3rd sg χαλεπῇ , χαλεπός difficult fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ars longa vita brevis — Saltar a navegación, búsqueda Ars longa vita brevis es una cita de Hipócrates que significa El arte (la ciencia) es duradero pero la vida es breve . Esta expresión se emplea para indicar que cualquier tarea importante requiere mucho es­fuerzo y… …   Wikipedia Español

  • Hipócrates — Para otros usos de este término, véase Hipócrates (desambiguación). Hipócrates de Cos Ἱπποκράτης ὁ Κῷος …   Wikipedia Español

  • Ars longa, vita brevis — L expression Ars longa, vita brevis est une citation qui constitue les deux premières lignes de la traduction en latin d un aphorisme par l ancien médecin grec Hippocrate. Elle peut être traduite en français par « L art est long, la vie est… …   Wikipédia en Français

  • έοικα — ἔοικα (Α) 1. μοιάζω, φαίνομαι όμοιος με κάποιον («Ἀντίνοος δέ μάλιστα μελαίνῃ κηρὶ ἔοικεν», Ομ. Οδ.) 2. μοιάζω με κάποιον σε κάτι («τά γ ὄπισθε Μαχάονι πάντα ἔοικεν», Ομ. Ιλ.) 3. φαίνομαι ότι πράττω κάτι («ἀεὶ γὰρ δίφρου ἐπιβησομένοισιν ἐΐκτην»,… …   Dictionary of Greek

  • μόρμη — (Α) (κατά τον Ησύχ.) «χαλεπή, ἐκπληκτική». [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. τού μορμώ κατά τα θηλ. σε η] …   Dictionary of Greek

  • συζώ — συζῶ, άω, ΝΑ ζω μαζί με κάποιον στο ίδιο οίκημα, συμβιώνω, συγκατοικώ νεοελλ. ζω με άτομο τού αντίθετου φύλου ως ανδρόγυνο χωρίς να είμαι νόμιμος ή νόμιμη σύζυγος αρχ. ζω μαζί με άλλον στην ίδια κοινωνία («τίς... τῶν οὐκ ὁρθῶν πολιτειῶν τούτων… …   Dictionary of Greek

  • συρία — Κράτος της Μέσης Ανατολής. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με το Λίβανο, στα Ν με την Ιορδανία και στα Α με το Ιράκ. Βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο.H Συρία, το όνομα της οποίας προέρχεται από την αρχαία Aσσυρία, που για τους Έλληνες… …   Dictionary of Greek

  • συριά — Κράτος της Μέσης Ανατολής. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με το Λίβανο, στα Ν με την Ιορδανία και στα Α με το Ιράκ. Βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο.H Συρία, το όνομα της οποίας προέρχεται από την αρχαία Aσσυρία, που για τους Έλληνες… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»